Η κρίση θα χρειαστεί πολιτική βούληση για να αντιμετωπιστεί


Οι οικονομικές κρίσεις είναι συνηθισμένες στην παγκόσμια οικονομική ιστορία. Η έκταση και η ένταση των οικονομικών κρίσεων είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων και κυρίως των συγκυριών της κάθε εποχής. Στο παρελθόν οι οικονομικές κρίσεις είχαν μεγάλη σχέση με τις κλιματολογικές συνθήκες, δηλαδή ξηρασίες ή πλημμύρες, που οδηγούσαν σε απώλειες φυτικής και ζωικής παραγωγής.

Η ανάκαμψη των οικονομιών από την ύφεση στην οποία τις οδηγεί η κρίση μπορεί να οφείλεται είτε σε απάλειψη των λόγων που προκάλεσαν την κρίση είτε σε παρεμβάσεις τόνωσης της οικονομικής δραστηριότητας. Οι κοινωνίες αντιμετωπίζουν με επιφυλακτικότητα τις κρίσεις διότι στις περισσότερες των περιπτώσεων οδήγησαν σε εξεγέρσεις, πολέμους και ριζικές αλλαγές. Η αγροτική και βιομηχανική κρίση της Γαλλίας στην δεκαετία του 1780 συνέβαλε στην Γαλλική Επανάσταση, ενώ η οικονομική κρίση του 1929 οδήγησε το Χίτλερ στην εξουσία και τον κόσμο στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.



Η μεταπολεμική ανάπτυξη των δυτικών χωρών ήταν συνεχής και ραγδαία με μόνες εξαιρέσεις τις δυο πετρελαϊκές κρίσεις στη δεκαετία του 1970 και την χρηματιστηριακή – συναλλαγματική κρίση στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στην αρχή της δεκαετίας του 1990. Οι δυτικές κοινωνίες μετά την κατάργηση του συστήματος συναλλαγματικών ισοτιμιών του Bretton Woods και την ισχυροποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα, υιοθέτησαν καταναλωτικά πρότυπα. Καταναλωτές με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα με τη βοήθεια δανείων που με ευκολία τους διέθεσαν οι τράπεζες υιοθέτησαν τον τρόπο ζωής των υψηλών εισοδημάτων. Το αποτέλεσμα ήταν οι δυτικές κοινωνίες να πάψουν να αποταμιεύουν και να στηρίζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό στο δανεισμό, καταναλώνοντας στο παρόν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που θα είχαν την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσουν στο μέλλον. Το κέντρο βάρους μεταφέρθηκε από την παραγωγή στην κατανάλωση.

Τον Αύγουστο του 2008, η ανάπτυξη που βασίστηκε στις επενδυτικές επιλογές υψηλού ρίσκου και μόχλευσης, στο δανεισμό και τον καταναλωτισμό, ανακόπηκε όταν αυξήθηκε το κόστος χρήματος. Η αύξηση των τιμών πετρελαίου οδήγησε τις Κεντρικές Τράπεζες στο να αυξήσουν τα επιτόκια για να μειώσουν τις πληθωριστικές πιέσεις, με αποτέλεσμα οι δανειολήπτες να μην μπορέσουν να εξοφλήσουν τις υποχρεώσεις τους προς τις τράπεζες και τα επισφαλή δάνεια να εκτιναχθούν. Οι αμερικανικές τράπεζες, οι οποίες είχαν δανείσει χωρίς φειδώ σε αγοραστές σπιτιών που δεν είχαν δανειοληπτική ικανότητα, προχώρησαν σε κατασχέσεις των κατοικιών των νοικοκυριών με μη εξυπηρετούμενα δάνεια με αποτέλεσμα να υποχωρήσουν σημαντικά οι τιμές των ακινήτων, καθώς δεν υπήρχαν αγοραστές, και τα κατασχεμένα ακίνητα να πωληθούν σε τιμές χαμηλότερες από το ύψος των δανείων που δόθηκαν. Έτσι οι αμερικανικές τράπεζες βρέθηκαν με τεράστιες ζημίες στα αποτελέσματα τους, γεγονός που εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης μεταφέρθηκε στο σύνολο του χρηματοπιστωτικού τομέα.

Στις 15 Σεπτεμβρίου 2008 η Lehman Brothers, η 4η μεγαλύτερη επενδυτική τράπεζα των ΗΠΑ, μετά τις Goldman Sachs, Morgan Stanley, Merrill Lynch, χρεοκόπησε προκαλώντας πανικό στις αγορές και ωθώντας τις ΗΠΑ και τα Ευρωπαϊκά κράτη να αναλάβουν σημαντικά μέτρα στήριξης, διαθέτοντας τα χρήματα των φορολογουμένων για να στηρίξουν τις υπό κατάρρευση τράπεζες. Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί των Κεντρικών Τραπεζών και οι οίκοι αξιολόγησης είχαν πιαστεί στον ύπνο. Οι φορολογούμενοι κλήθηκαν να πληρώσουν τα λάθη και τις παραλείψεις των υπευθύνων που επέτρεψαν στις επενδυτικές τράπεζες να αναλάβουν υπέρμετρο ρίσκο, εκθέτοντας σε τεράστιο κίνδυνο τις αποταμιεύσεις εκατομμυρίων πολιτών. Οι ΗΠΑ και τα Ευρωπαϊκά κράτη βρέθηκαν στην κρίση με υψηλό δημόσιο χρέος, αποτέλεσμα της λανθασμένης οικονομικής πολιτικής των προηγούμενων ετών. Συνεπώς, οι καλύψεις που προσέφεραν στις ιδιωτικές τράπεζες μεγάλωσαν ακόμη περισσότερο το δημόσιο χρέος και δημιούργησαν κρίση χρέους για αρκετές από αυτές τις χώρες. Οι υποβαθμίσεις τις πιστοληπτικής ικανότητας πολλών χωρών της Ευρώπης αλλά ακόμη και των ΗΠΑ από την S&P, πρόσφατα, δημιούργησαν ένα ασφυκτικό ντόμινο που οδήγησε σε μέτρα περιοριστικής πολιτικής, με αποτέλεσμα την ύφεση.

Το κακό της σημερινής οικονομικής κρίσης είναι ότι άλλοι επωφεληθήκαν της ανάπτυξης των ετών που προηγήθηκε και άλλοι καλούνται σήμερα να πληρώσουν την κρίση. Στα χρόνια των παχιών αγελάδων, τα golden boys των τραπεζών και των πολυεθνικών εισέπραξαν εκατομμύρια δολάρια ή ευρώ σε bonus ή αμοιβές. Σήμερα, που οι επιπτώσεις της επιθετικής πιστωτικής επέκτασης έγιναν αισθητές, οι κυβερνήσεις και μέσω αυτών οι φορολογούμενοι καλούνται να πληρώσουν το κόστος της κρίσης. Οι τράπεζες σπατάλησαν αλόγιστα κεφάλαια, κέρδισαν σημαντικά κεφάλαια τα οποία διένειμαν στους μετόχους και τα μεγαλοστελέχη τους και σήμερα αφού ήρθαν αντιμέτωπες με τα αδιέξοδα των επιλογών τους χρησιμοποιούν την οικονομική βοήθεια των κρατών.

Στην παρούσα φάση οι τράπεζες καλούνται να ανοίξουν τη στρόφιγγα του δανεισμού προκειμένου να τονωθεί η κατανάλωση και να αποκατασταθεί η ρευστότητα των επιχειρήσεων. Η πρακτική αυτή, αν και βραχυπρόθεσμα είναι κάποια λύση στο πρόβλημα, μακροπρόθεσμα δεν θα λύσει αλλά θα επιδεινώσει την κατάσταση. Στην περίπτωση αυτή οι καταναλωτές θα δανειστούν ακόμη περισσότερο και έτσι στην επόμενη αύξηση του κόστους χρήματος η κρίση θα είναι ακόμη μεγαλύτερη. Η μόνη βιώσιμη λύση στο πρόβλημα είναι να αναστραφεί η τάση διεύρυνσης της διαφοράς εισοδήματος πλουσίων και φτωχών νοικοκυριών, ώστε τα φτωχότερα στρώματα να μπορέσουν να αποκτήσουν τους πόρους για να καταναλώσουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες της παγκόσμιας οικονομίας στηριζόμενα στο εισόδημα τους και όχι στο δανεισμό.

Σήμερα, η ακολουθούμενη οικονομική πολιτική εξαντλεί τα χαμηλά και μεσαία στρώματα βαθαίνοντας ακόμη περισσότερο την ύφεση και καθυστερώντας χρονικά την έξοδο από αυτή. Για να υπάρξει έξοδος από την ύφεση και σταθερή ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια χρειάζεται πολιτική βούληση για δυναμική παρέμβαση και αλλαγή οικονομικής πολιτικής. Η ακολουθούμενη οικονομική πολιτική πρέπει να στοχεύσει σε παγκόσμιο επίπεδο α) στον καλύτερο έλεγχο του χρηματοπιστωτικού συστήματος, το οποίο, όπως αποδείχτηκε, λειτουργεί ανεξέλεγκτα και επικίνδυνα για την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη και β) στον περιορισμό της μόχλευσης. Η οικονομία πρέπει να βασίζεται περισσότερο στα πραγματικά οικονομικά μεγέθη της παραγωγής κάθε χώρας και λιγότερο στις υπεραξίες που δημιουργούν οι χρηματαγορές και κεφαλαιαγορές. Η πολιτική αυτή δεν φαίνεται να είναι η προτεραιότητα των κυβερνήσεων, οι οποίες «τιμωρούν» μέσω μέτρων λιτότητας τους λαούς τους για να σώσουν ένα στρεβλό οικονομικό μοντέλο. Όσο καθυστερεί η διάγνωση του προβλήματος, που είναι η ανεξέλεγκτη λειτουργία των αγορών σε βάρος ακόμη και της πραγματικής οικονομίας, τόσο η οριστική έξοδος από την ύφεση θα καθυστερεί. Οι πολιτικές ηγεσίες σε Ευρώπη και Αμερική καλούνται να αποδείξουν αν έχουν την προνοητικότητα, την αποφασιστικότητα και την ικανότητα να λάβουν ουσιαστικές αποφάσεις που θα προλάβουν την εξέλιξη της κρίσης ή θα συρθούν ως αδύναμοι παρατηρητές πίσω από τις εξελίξεις.


Θανάσης Ζεκεντές
Οικονομολόγος MSc

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις